- κορφολογούμαι
- κορφολογούμαι, κορφολογήθηκα, κορφολογημένος βλ. πίν. 74
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
κορφολογιέμαι — κορφολογιέμαι, κορφολογήθηκα, κορφολογημένος βλ. πίν. 59 και πρβλ. κορφολογούμαι … Τα ρήματα της νέας ελληνικής